Διπλωμάτες που εγκαταλείπουν τη Βόρεια Κορέα ο ένας μετά τον άλλον περιγράφουν μια τρομακτική κατάσταση με σοβαρές ελλείψεις φαρμάκων και άλλων βασικών αγαθών, υποδηλώνοντας μια κρίση που τροφοδοτείται από ένα από τα αυστηρότερα καθεστώτα καραντίνας στον κόσμο εν μέσω της πανδημίας κορονοϊού.

Σε μια επιστολή που δημοσιεύτηκε την Πέμπτη, οι υπάλληλοι της ρωσικής πρεσβείας στην Πιονγκγιάνγκ έκαναν λόγο μια «μαζική έξοδο» ξένων διπλωματικών υπαλλήλων, προβλέποντας ότι «δυστυχώς δεν θα είναι η τελευταία» λόγω των αφόρητων συνθηκών στην πρωτεύουσα της χώρας.

«Μπορούμε να κατανοήσουμε όσους εγκαταλείπουν την πρωτεύουσα της Βόρειας Κορέας. Σχεδόν όλοι δεν μπορούν να αντέξουν τους άνευ προηγουμένου καθολικούς περιορισμούς, τις έντονες ελλείψεις βασικών αγαθών, συμπεριλαμβανομένων φαρμάκων, την έλλειψη οποιασδήποτε δυνατότητας επίλυσης προβλημάτων υγείας», έγραψαν τα μέλη του προσωπικού της ρωσικής πρεσβείας.

Η Ρωσία έχει ένα από μια από τις μεγαλύτερες ξένες διπλωματικές παρουσίες  στη Βόρεια Κορέα, αλλά το προσωπικό έχει αρχίσει να φεύγει λόγω της κατάστασης.

Στην Πιονγκγιάνγκ δεν έχουν απομείνει «σχεδόν καθόλου διπλωμάτες», ανέφερε η επιστολή της πρεσβείας, υπολογίζοντας τη συνολική διεθνή παρουσία στη Βόρεια Κορέα σε 290 άτομα.

Όλοι εκτός από τρεις εργαζόμενους διεθνούς βοήθειας έχουν εκκενώσει τη χώρα από τον περασμένο Δεκέμβριο, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ενώ την περασμένη εβδομάδα τα Ηνωμένα Έθνη δήλωσαν ότι δεν έχουν μείνει διεθνή μέλη προσωπικού στη χώρα.

Τον Φεβρουάριο, Ρώσοι διπλωμάτες και τα μέλη της οικογένειάς τους αναγκάστηκαν να φύγουν σαν κυνηγημένοι από την χώρα οδηγώντας ένα αυτοκινούμενο χειροκίνητο βαγόνι μέχρι τα σύνορα, αφού προηγουμένως είχαν περάσει πάνω από 30 ώρες μέσα στο τρένο από την Πιονγκγιάνγκ.

Τα σύνορα της Βόρειας Κορέας έχουν ουσιαστικά κλείσει από τον περασμένο Ιανουάριο, στο πλαίσιο του κατά πάσα πιθανότητα πιο σκληρού καθεστώτος καραντίνας παγκοσμίως. Οι αναλυτές λένε ότι τα μέτρα αυτά έχουν επιτρέψει στον Κιμ Γιονγκ Ουν να αυξήσει τον έλεγχό του στην καθημερινή ζωή των πολιτών σε επίπεδα παρόμοια με τα χρόνια του μεγάλου λιμού της δεκαετίας του 1990.

Ενώ λίγες πληροφορίες έχουν διαρρεύσει έξω από τη χώρα, υπάρχουν ενδείξεις έλλειψης τροφίμων και μια βαθιάς κρίσης. Έξι Βορειοκορεάτες συνοριακοί φρουροί αυτομόλησαν στην Κίνα την περασμένη εβδομάδα, κάνοντας αποκαλύψεις για «πείνα και εξαθλίωση» στη χώρα.

Τέτοιου είδους «αποδράσεις» συμβαίνουν τακτικά, όμως είναι ασυνήθιστο για μια τόσο μεγάλη ομάδα να διασχίζει τα σύνορα ταυτόχρονα.

Σε μια έκθεση τον περασμένο μήνα, μια ανώτερη ερευνήτρια στη Βόρεια Κορέα για το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ανέφερε ότι ήδη από πέρυσι καταγράφονταν ελλείψεις τροφίμων, σαπουνιού, οδοντόκρεμας και μπαταριών.

Το εμπόριο της Βόρειας Κορέας με την Κίνα έχει μειωθεί κατά περίπου 80%, με τις εισαγωγές τροφίμων και φαρμάκων να πέφτουν σχεδόν στο μηδέν πέρυσι, καθώς η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι το εμπόριο, μαζί με την «κίτρινη σκόνη» που φυσούσε στα σύνορα από την Κίνα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε εξάπλωση του κορονοϊού.

Οι σοβαρές πλημμύρες έχουν επίσης υπονομεύσει τη γεωργική παραγωγή, επιδεινώνοντας την έλλειψη τροφίμων στη χώρα, έγραψε η ερευνήτρια Λίνα Γιούν, που συνέκρινε τα νέα «ακραία μέτρα» με τους «εξαιρετικά αυστηρούς ελέγχους των τελευταίων δεκαετιών, όπου η κυβέρνηση ελέγχει όλες τις πληροφορίες και τη διανομή τροφίμων και υλικών, απαγορεύοντας παράλληλα τις δραστηριότητες ″ελεύθερης αγοράς″».

Αυτές οι συνθήκες οδήγησαν σε μαζική πείνα τη δεκαετία του 1990 μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και της προμήθειας τροφίμων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Βόρεια Κορέα δεν έχει αναφέρει κανένα κρούσμα κορονοϊού στη χώρα από την αρχή της πανδημίας, γεγονός που πιστώνεται στους αυστηρούς ταξιδιωτικούς περιορισμούς και τις εγκαταστάσεις απομόνωσης.