Μεγάλη δυναμική έχει αποκτήσει η εκστρατεία της Αθήνας για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, με τα δημοσιεύματα και τις εκκλήσεις προς το Βρετανικό Μουσείο να πληθαίνουν.

Χαρακτηριστικό πως η βρετανική πλευρά δέχθηκε, για πρώτη φορά, να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών με το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού ώστε να συζητηθεί το θέμα, ύστερα από πρόταση της UNESCO.

«Μετά την παγκόσμια εκστρατεία της Μελίνας Μερκούρη τη δεκαετία του ’80 για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα η καμπάνια στις μέρες μας συνεχίζεται από τον Έλληνα πρωθυπουργό»: αυτό επισημαίνεται μεταξύ άλλων σε εκτενές ρεπορτάζ του τηλεοπτικού δικτύου ITV.

«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει θέσει το θέμα όχι μόνο στην πρόσφατη επίσκεψή του στο Λονδίνο, αλλά και στην ομιλία του στο Κογκρέσο, αυξάνοντας έτσι την πίεση προς τη Βρετανία» αναφέρει το μέσο. Παράλληλα, στο εν λόγω ρεπορτάζ, σημειώνεται η ολοένα και αυξανόμενη υποστήριξη τόσο από την κοινή γνώμη της Βρετανίας όσο και από εξέχουσες προσωπικότητες του καλλιτεχνικού κόσμου.

Μετά την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στο Λονδίνο τον Νοέμβριο, όπου έθεσε το θέμα στον Βρετανό ομόλογό του, Μπόρις Τζόνσον, η ελληνική θέση φαίνεται πως κερδίσει συνεχώς νέους σημαντικούς υποστηρικτές. Χαρακτηριστικότερη όλων είναι ίσως η αλλαγή «γραμμής» των Times του Λονδίνου που πλέον έχουν ταχθεί υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών στην Ελλάδα. Η βρετανική εφημερίδα άλλαξε γραμμή «μετά από 50 χρόνια» όπως επισημαίνει στο κύριο άρθρο της 11ης Ιανουαρίου. «Καλλιτέχνες και πολιτικοί υποστήριζαν για πολλά χρόνια ότι αυτά τα τεχνουργήματα θα πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Το μουσείο και η βρετανική κυβέρνηση, με την υποστήριξη των Times, αντιστάθηκαν στην πίεση. Όμως οι καιροί και οι συνθήκες αλλάζουν. Τα γλυπτά ανήκουν στην Αθήνα. Τώρα πρέπει να επιστρέψουν» τόνιζε η βρετανική εφημερίδα.
Η ισχυρή δυναμική που έχει αναπτυχθεί υπέρ της ελληνικής θέσης αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις. Έτσι στην τελευταία που πραγματοποίησε η εταιρεία YouGov το 59% των Βρετανών απάντησε πως πιστεύει ότι τα Γλυπτά «ανήκουν στην Ελλάδα». Μόλις το 18% υποστήριξε το αντίθετο ενώ το 22% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δεν έχει άποψη.

Αλλά και κορυφαίες προσωπικότητες του Ηνωμένου Βασιλείου τάσσονται πλέον δημοσίως, πολύ πιο συχνά, υπέρ της επανένωσης των Γλυπτών.

Μεταξύ αυτών ένας από τους διασημότερους Bρετανούς σκηνοθέτες, ο Κεν Λόουτς που πρόσφατα δήλωσε ξεκάθαρα, για μια ακόμη φορά, πως κατά την άποψή του τα γλυπτά είναι κλεμμένα και πρέπει να επιστρέψουν άμεσα στην Ελλάδα. «Μια λεπτομέρεια που δείχνει την αλαζονεία του κλέφτη είναι ότι στη Βρετανία τα αποκαλούν τα Μάρμαρα του Έλγιν. Και αυτός είναι ο κλέφτης. Η ιδέα ότι εμείς, όχι εμείς, αυτοί που έχουν την εξουσία είναι τόσο αναίσθητοι από το έγκλημα τους που ονομάζουν τη λεία τους με το όνομα του ανθρώπου τα έκλεψε, λέει τα πάντα για την αλαζονεία των ιμπεριαλιστών. Τα Γλυπτά του Παρθενώνα φυσικά θα πρέπει να επιστρέψουν και άμεσα. Καθένας με υγιές μυαλό το καταλαβαίνει αυτό» σημείωσε.

Ο Στίβεν Φράι, ο διακεκριμένος Βρετανός ηθοποιός και συγγραφέας που εδώ και πολλά χρονιά έχει ταχθεί υπέρ της επιστροφής, πριν από μερικές μέρες επανέλαβε σε συνέντευξη του ότι οι Βρετανοί πια δεν έχουν κανένα ουσιαστικό επιχείρημα.
«Σκεφτείτε οι Αμερικάνοι να είχαν “αγοράσει” τον Πύργο του Άιφελ από τους Γερμανούς το 1941 και μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας το 1945 να υποστήριζαν ότι, επειδή τα αγοράσαμε από τους ναζί, τώρα είναι δικός μας. Είναι εξωφρενικό» τόνισε, μεταξύ άλλων, ο Φράι στο ρεπορτάζ του ITV. Διευκρίνισε, παράλληλα, πως «ο Παρθενώνας είναι μακράν πιο σημαντικός για την Αθήνα από ότι είναι ο πύργος του Άιφελ για τους Παριζιάνους».

Στο ίδιο μήκος κύματος και η καθηγήτρια Κλασικών Σπουδών και Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ, Ίντιθ Χολ, η οποία δήλωσε πως πολύ απλά «οι περισσότεροι πολίτες σε όλο το κόσμο δεν κατανοούν τα επιχειρήματα του Βρετανικού Μουσείου. Ακούγονται ξεπερασμένα, σαν να ανήκουν στον 19ο και όχι στον 21ο αιώνα».

Όπως τόνισε τέλος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ Βρετανός δημοσιογράφος που ασχολείται χρόνια με το θέμα «αν συνεχιστεί με μεθοδικότητα και επιμονή η πίεση της εκάστοτε ελληνικής κυβέρνησης τότε είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή τα Γλυπτά θα επιστρέψουν στην Ελλάδα».