Πανελλήνια είναι η συγκίνηση για τον θάνατο του Κώστα Καζάκου με την πολιτική και καλλιτεχνική σκηνή να αποχαιρετά τον σπουδαίο ηθοποιό και πρώην βουλευτή του ΚΚΕ

Ο Κώστας Καζάκος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών, μετά από προβλήματα υγείας.

Ο ηθοποιός, με μακρά και πολύτιμη καριέρα στο θέατρο, στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, νοσηλευόταν στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» καθώς αντιμετώπιζε αναπνευστικά προβλήματα.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σημειώνει σε ανάρτησή του ότι ο θάνατός του είναι μεγάλη απώλεια τόσο για την Τέχνη, όσο και για την δημόσια ζωή ως βουλευτής:

«Με θλίψη πληροφορήθηκα τον θάνατο του Κώστα Καζάκου. Μιας πληθωρικής και δυναμικής προσωπικότητας, που υπήρξε διαρκώς παρούσα στην Τέχνη, όπως και στη δημόσια ζωή ως βουλευτής. Και από τις δύο θα λείψουν, τώρα, τόσο η επιβλητική του εμφάνιση, όσο και η χαρακτηριστική φωνή του», αναφέρει σε ανάρτησή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Στην απώλεια του Κώστα Καζάκου αναφέρεται, με ανάρτησή του στις προσωπικές του σελίδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Αλέξης Τσίπρας.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία σημειώνει πως η χώρα κι ο κόσμος του πολιτισμού έχασαν σήμερα Τρίτη έναν σπουδαίο καλλιτέχνη, έναν ακούραστο αγωνιστή.

«Ο Κώστας Καζάκος ανέβασε την τέχνη στο πεζοδρόμιο του αγώνα κι έδεσε το θέατρο με τις αγωνίες του λαού μας. Δοκίμασε από παιδί τις διώξεις του μετεμφυλιακού κράτους και αντιστάθηκε στη χούντα με την τέχνη και τον λόγο του. Κόσμησε με την παρουσία του όχι μόνο το θέατρο, αλλά και το ελληνικό Κοινοβούλιο μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ», υπογραμμίζει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ο ίδιος εκφράζει τα θερμά του συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους δικούς του ανθρώπους.

O Κώστας Καζάκος ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ηθοποιούς των τελευταίων δεκαετιών, τον οποίο θαυμάσαμε στις ερμηνείες του στον κινηματογράφο και στο θέατρο

Ο Κώστας Καζάκος γεννήθηκε το 1935 στον Πύργο Ηλείας. Στα 18 του, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει παιδαγωγικά ωστόσο η αριστερή κληρονομιά του πατέρα του έγινε λόγος αρνητικής αντιμετώπισής του από το πανεπιστήμιο. Του ζητούσαν χαρτί κοινωνικών φρονημάτων και επειδή δεν το είχε, δεν του επέτρεψαν την εγγραφή του στη σχολή. Έτσι, άλλαξε αποφάσισε να αλλάξει σταδιοδρομία και φοίτησε στην Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου (1953-1956) και στην Δραματική Σχολή Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν (1954-1957).

Υπήρξε αντιπρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου και Πρόεδρος της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης. Παράλληλα ήταν ιδρυτικό μέλος του Ελληνοαραβικού Συνδέσμου και μέλος της Επιτροπής Αδείας Άσκησης του Επαγγέλματος του Ηθοποιού.

Τιμήθηκε με τον «Χρυσό Απόλλωνα», βραβείο ηθοποιού Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου Αθηνών το 1967, και Α΄ Χρυσό Βραβείο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1973 για την αρτιότερη θεατρική παραγωγή («Λυσιστράτη»). Ακόμη τιμήθηκε ακόμα με το Βραβείο της Ένωσης Θεατρικών Συγγραφέων και Κριτικών για το σύνολο της προσφοράς του. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007 και του Οκτωβρίου 2009 εκλέχθηκε βουλευτής με το ΚΚΕ, ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας.

Από το 1968 μέχρι το 1992 υπήρξε παντρεμένος με την ηθοποιό Τζένη Καρέζη, με την οποία απέκτησε τον γιο τους, τον επίσης ηθοποιό Κωνσταντίνο Καζάκο (γενν. 1969). Το 1997 παντρεύτηκε με την ηθοποιό Τζένη Κόλλια. Μαζί απέκτησαν  τέσσερα παιδιά: τον Αλέξανδρο (γενν. 1997), την Άρτεμι-Γεωργία (γενν. 1998), την Ηλέκτρα (γενν. 2002) και τη Μάγια (γενν. 2008). Η Άρτεμις-Γεωργία έχασε τη ζωή της στις 25 Ιουνίου 1999, σε ηλικία 8 μηνών και μία εβδομάδα μετά την βάπτισή της, πάσχοντας από μία σπάνια ασθένεια.

Η πρώτη εμφάνιση στο θεατρικό σανίδι

Ο Κώστας Καζάκος ήταν ένα από τα μεγάλα ταλέντα που πέρασαν το κατώφλι του Θεάτρου Τέχνης. Η πρώτη του εμφάνιση στο θεατρικό σανίδι έγινε το 1957 στο έργο του Μπρεχτ «Ο κύκλος με την κιμωλία».

Τα επόμενα χρόνια έπαιξε σημαντικούς ρόλους σε σπουδαία έργα συγγραφέων όπως ο Ιάκωβος Καμπανέλλης («Η αυλή των θαυμάτων»), ο Άρθουρ Μίλερ («Ψηλά απ’ τη γέφυρα»), ο Κάρλο Γκολντόνι («Λοκαντιέρα»), ο Ζαν-Πολ Σαρτρ («Νεκροί χωρίς τάφο»), ο Τενεσί Ουίλιαμς («Γυάλινος Κόσμος»), αλλά και σε έργα του Σοφοκλή («Αντιγόνη») και του Αριστοφάνη («Όρνιθες») στο Θέατρο Τέχνης και στους θιάσους της Κυρίας Κατερίνας, του Αλέκου Αλεξανδράκη, της Άννας Συνοδινού και της Έλλης Λαμπέτη.

Το 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο κινηματογραφικό πανί και συγκεκριμένα στην σατιρική ταινία του Γρηγόρη Γρηγορίου «Η αρπαγή της Περσεφόνης», σε σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη. 

πηγή ΘΕΜΑ