O ηθοποιός Μάθιου Μακ Κόναχι φαίνεται να σκέφτεται σοβαρά να εισέλθει στην πολιτική, σύμφωνα με δημοσίευμα του «Politico», το οποίο αναφέρει ότι «το αστέρι του Dallas Buyer’s Club» έχει «κάνει επαφές με σημαντικούς ανθρώπους στους πολιτικούς κύκλους του Τέξας» καθώς σκέφτεται την εκλογή του ως Κυβερνήτης.

Ο ΜακΚόναχι, 51 ετών, γεννήθηκε στο Ουβάλντε του Τέξας και ζει στο Όστιν, στην πρωτεύουσα της πολιτείας, με τη γυναίκα και τα παιδιά του. Πέρυσι κυκλοφόρησε μια αυτοβιογραφία του: «Ο οδηγός της ζωής του Matthew McConaughe» και τον Μάρτιο σε εμφάνισή του στο «Crime Stoppers» με την Rania Mankarious, αποκάλυψε ότι «σκέφτεται σοβαρά» να κατέβει στις εκλογές για το αξίωμα του κυβερνήτη του Τέξας.

 «Αυτή τη στιγμή σκέφτομαι ποιος είναι ο ηγετικός μου ρόλος; Πιστεύω ότι έχω πράγματα να διδάξω και να μοιραστώ, άρα ποιος είναι ο ρόλος μου; Ποιος είναι ο δρόμος στο επόμενο κεφάλαιο της ζωής μου στο οποίο θα μπω;» είπε ο ηθοποιός.

Ο Μπρένταν Στάιν Χάουζερ, στρατηγός της Ρεπουμπλικανικής στρατηγικής με έδρα το Όστιν, είπε στο Politico, σχετικά με τις επαφές του ΜακΚόναχι: «είναι έκπληκτος, που οι άνθρωποι δεν τον παίρνουν πιο σοβαρά. Η διασημότητα σε αυτή τη χώρα μετράει πολύ… Δεν είναι σαν κάποιο άγνωστο ηθοποιό ή ότι δεν αρέσει. Έχει μια γοητεία».

Ο ηθοποιός έχει κερδίσει τις ενυπώσεις σε μια σειρά από ρόλους από την ερμηνεία του στο «Dallas Buyers Club» (2013), αλλά και στο «Λύκο της Γουόλ Στρίτ» (The Wolf of Wall Street) σε σκηνοθεσία Μάρτιν Σκορτσέζε στο «Εγκληματίες πρώτης τάξεως» (The Gentlemen), σε σκηνοθεσία Γκάι Ρίτσι και το «Free State of Jones», του 2016 εμπνευσμένο από τη ζωή του Νιούτον Νάιτ και την ένοπλη εξέγερσή του εναντίον της Συνομοσπονδίας στην πολιτεία του Μισισιπή καθ’ όλη τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.

Ο 48ος Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης του Τέξας, Γκρεγκ Άμποτ (Greg Abbott) επιδιώκει και τρίτη θητεία στο αξίωμα του Κυβερνήτη. Προκάλεσε όμως θύελλα αντιδράσεων όταν το χειμώνα χιλιάδες νοικοκυριά έμειναν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, λόγω της κακοκαιρίας. Ακόμα οι Τεξανοί αντιμετώπισαν ένα άλλο πρόβλημα: υπέρογκους λογαριασμούς που φθάνουν έως τα 16.000 δολάρια λόγω της αύξησης του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας που συνδέεται με το κύμα ψύχους που έπληξε τη χώρα.