Δυσοίωνες οι προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας για την ακρίβεια, καθώς εκτιμά ότι το σοκ από τις τιμές τροφίμων και καυσίμων, ως αποτέλεσμα του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, πρόκειται να διαρκέσουν τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024 και να αυξήσουν τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού.

Στην πρώτη της ολοκληρωμένη ανάλυση για την «Προοπτική της Αγοράς Εμπορευμάτων», (Commodities Market Outlook), η Τράπεζα, η οποία παρέχει δάνεια και επιχορηγήσεις σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, αναφέρει ότι ο κόσμος αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο σοκ στις τιμές των εμπορευμάτων από τη δεκαετία του 1970.

Μάλιστα, όπως υποστηρίζει, η κατάσταση επιδεινώνεται από τους περιορισμούς στο εμπόριο τροφίμων, καυσίμων και λιπασμάτων, που με τη σειρά τους, επιτείνουν τις ήδη αυξημένες πληθωριστικές πιέσεις παγκοσμίως.

«Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να εκμεταλλευτούν κάθε ευκαιρία για να αυξήσουν την οικονομική ανάπτυξη στο εσωτερικό και να αποφύγουν ενέργειες που βλάπτουν την παγκόσμια οικονομία», δήλωσε ο Ίντερμιτ Τζιλ, Αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας για Δίκαιη Ανάπτυξη, Οικονομικά και τους Θεσμούς.

Σημειώνεται ότι η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου και λιπασμάτων στον κόσμο και ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας αργού πετρελαίου, ενώ μαζί με την Ουκρανία, αντιπροσωπεύει σχεδόν το ένα τρίτο των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού, το 19% των εξαγωγών καλαμποκιού και το 80% των εξαγωγών των εξαγωγών ηλιελαίου.

Ωστόσο, η παραγωγή και οι εξαγωγές αυτών και άλλων εμπορευμάτων έχουν διακοπεί μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου.

Ως αποτέλεσμα, η Παγκόσμια Τράπεζα αναμένει ότι οι τιμές της ενέργειας θα αυξηθούν περισσότερο από 50% το 2022 προτού υποχωρήσουν το 2023 και το 2024, ενώ οι τιμές εκτός της ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της γεωργίας και των μετάλλων, φαίνεται να αυξάνονται σχεδόν κατά 20% το 2022, προτού παρουσιάσουν μείωση.

Παράλληλα, η Τράπεζα υπογραμμίζει  ότι οι τιμές των εμπορευμάτων θα υποχωρήσουν ελαφρώς και θα παραμείνουν πολύ πάνω από τον πιο πρόσφατο μέσο όρο πέντε ετών μεσοπρόθεσμα.

«Σε περίπτωση παρατεταμένου πολέμου ή πρόσθετων (δυτικών) κυρώσεων στη Ρωσία, οι τιμές θα μπορούσαν να είναι ακόμη υψηλότερες και πιο ασταθείς από ό,τι προβλέπεται σήμερα», τονίζει.

Σχετικά με τις πολιτικές αποκρίσεις στην κρίση, η Τράπεζα ξεχωρίζει τις φορολογικές περικοπές και τις επιδοτήσεις που, όπως υποστηρίζει, τείνουν να επιδεινώσουν τα ελλείμματα προσφοράς και τις αυξήσεις τιμών.

Ζητεί ωστόσο αντ’ αυτού, προγράμματα σχολικής σίτισης, μεταβιβάσεις  μετρητών, αλλά και προγράμματα δημόσιας απασχόλησης για ευάλωτες ομάδες.