«Ασκήσεις επί χάρτου» για το μέγεθος των επιπτώσεων του Ουκρανικού στην οικονομία κάνουν στην κυβέρνηση, και πλέον θεωρείται απίθανο να μην υπάρξουν συνέπειες στις προοπτικές ανάκαμψης καθώς οι ανατραξεις έχουν αντικτυπο σε εισοδήματα, τουρισμό και κατανάλωση. Αν και ακόμη παραμένει θολό το ακριβές κόστος λόγω της υψηλής αβεβαιότητας και των ελλιπών στοιχείων, ωστόσο οι αρχικοί στόχοι βρίσκονται αδιαμφισβήτητα στον «αέρα». Για παράδειγμα είναι άγνωστο ακόμη πώς θα εξελιχθούν τα φετινά τουριστικά έσοδα και η εσωτερική κατανάλωση, παράγοντες που παίζουν καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση του ΑΕΠ.

Τα πρωταρχικά σενάρια πάντως δεν αποκλείουν μία ακραία έκβαση όπου εν τέλει ο «λογαριασμός μπορεί να καταγράψει απώλειες δισεκατομμυρίων. Ηδη το παρόν κλίμα θυμίζει εν μέρει εποχές που η πανδημία ήταν στα φόρτε της. Οταν δηλαδή οι επιχειρήσεις, η αγορά, ο τουρισμός και τα νοικοκυριά δοκιμάζονταν από την επιβολή των lockdown εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης. Τότε, οι περιορισμοί στην οικονομική δραστηριότητα και κατανάλωση ανέβαζαν το μηνιαίο κόστος μεταξύ 1 δισ. και 2 δισ. ευρώ αναλόγως της αυστηρότητας των μέτρων.

Tο υπουργείο Οικονομικών δεν κρύβει την ανησυχία του και μιλά ανοιχτά για επιπτώσεις στον ρυθμό ανάπτυξης και στον πληθωρισμό, κυρίως λόγω των ενεργειακών προϊόντων που αυξάνονται μέρα με τη μέρα. Οι υπολογισμοί του οικονομικού επιτελείου καταγράφουν ένα μέγεθος που προκαλεί σοκ και σχετίζεται με τις τιμές ενέργειας: για κάθε 10 ευρώ που αυξάνεται η τιμή στο φυσικό αέριο η οικονομία επιβαρύνεται με 600 εκατ. ευρώ.

Οι επιπτώσεις

Κόστος αναμένεται να υπάρξει και στον τουρισμό, τόσο άμεσο όσο και έμμεσο (ολική απώλεια Ρώσων μετά την απόφαση της αρμόδιας υπηρεσίας να μην πουλά τουριστικά πακέτα προς τις χώρες που επέβαλλαν κυρώσεις στη Ρωσία, μεταξύ αυτών και οι Ελλάδα – Κύπρος). Ηπιότερες πάντως, με τις μέχρι στιγμής εκτιμήσεις, θα είναι οι επιπτώσεις στις εισαγωγές, εξαγωγές και στις άμεσες ξένες επενδύσεις, όπου φαίνεται να συντηρείται το θετικό μομέντουμ.

Στο κάδρο μπαίνει και η αύξηση του κόστους δανεισμού της χώρας λόγω του άλματος των αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα (άνοδος του 10ετούς στο 2,6% από 0,8% τον Σεπτέμβριο). Αν το κλίμα παραμείνει εκρηκτικό τότε εκτροχιάζονται οι σχεδιασμοί για τις επικείμενες εξόδους στις αγορές καθώς ο στόχος για το 2022 ήταν στα 12 δισ. ευρώ.

Υπό τα νέα αυτά δεδομένα και αναλόγως των εξελίξεων, το βασικό σενάριο για την ανάκαμψη του 2022 μάλλον απομακρύνεται και τη θέση του αρχίζει να παίρνει το δυσμενές, όπου η πρόβλεψη για 4,5% «ψαλιδίζεται» στο 3,5% μειωμένη κατά περίπου 2 δισ. ευρώ, ενώ στο πιο ακραίο σενάριο ο λογαριασμός αυτός μεγαλώνει.

Σύμφωνα με πηγές, η τελική εικόνα θα ξεκαθαρίσει προς τα τέλη Μαρτίου, όπου και θα υπάρξουν νεότερα στοιχεία για τον πληθωρισμό (τον Ιανουάριο ήταν 6,2% σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ και τους επόμενους μήνες ίσως να ξεπεράσει ακόμη και το 7-8%), αλλά και για τα έσοδα Φεβρουαρίου – Μαρτίου.

Αναθεώρηση

Από την κυβέρνηση τονίζεται ότι προς το παρόν είναι παρακινδυνευμένο να γίνουν εκτιμήσεις και ότι οι διακυμάνσεις στις διεθνείς τιμές δεν αποτυπώνονται στις τρέχουσες τιμές αλλά στις τιμές Απριλίου – Μαΐου που η ζήτηση φυσικού αερίου θα είναι περιορισμένη.

Σύμφωνα με τον κρατικό προϋπολογισμό, η μείωση του ονομαστικού ρυθμού μεγέθυνσης θα είναι κατά 1% το 2022 στο 3,5% στην περίπτωση ενός δυσμενούς σεναρίου. Δηλαδή το ΑΕΠ θα διαμορφωθεί σε 185,5 δισ. ευρώ από 177,6 δισ. ευρώ το 2021, έναντι ονομαστικού ΑΕΠ ύψους 187,3 δισ. ευρώ το 2022 που είναι το βασικό σενάριο.

Τον Απρίλιο η ελληνική κυβέρνηση θα αποστείλει στους δανειστές το νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας και εκεί θα περιλαμβάνονται οι νέες προβλέψεις για ΑΕΠ, πληθωρισμό και έλλειμμα. Η όλη εικόνα δηλαδή θα φανεί στο μακροοικονομικό σενάριο που προετοιμάζει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και το επικαιροποιημένο σενάριο λαμβάνοντας υπόψη το κρίσιμο δίμηνο Μάρτιος – Απρίλιος. Επισήμως δεν έχουν αλλάξει τις φετινές προβλέψεις για το ΑΕΠ (4,5-5%), ούτε για τη μείωση του ελλείμματος (στο 1,2%-1,4%, από 7% το 2021) καθώς βρίσκεται στο τραπέζι μία συντονισμένη ευρωπαϊκή λύση.

Μεταξύ αυτών είναι ένας ευρωπαϊκός κουμπαράς στήριξης ώστε να μην επιβαρύνουν οι δαπάνες τον προϋπολογισμό, αλλά και να ισχύσει και το 2023 η δημοσιονομική ευελιξία.  Αναθεώρηση των εκτιμήσεων έχει γίνει μόνον για τον πληθωρισμό του 2022 από την αρχική 1% στο 3,1% – πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.