Η Τίνα Τέρνερ έχει ζήσει μια γεμάτη ζωή. Μια ζωή με πολλή μουσική, ταξίδια σε ολόκληρο τον κόσμο, δόξα και επιτυχίες, αλλά και πολλή μοναξιά, κακοποίηση και έλλειψη αγάπης, που την έκαναν δυστυχισμένη για πολλά χρόνια. «Δεν ήταν μια καλή ζωή», όπως λέει η ίδια στο ντοκιμαντέρ με τίτλο Tina των Dan Lindsay και T.J. Martin που προβάλλεται από το HBO και αποκαλύπτει το συναρπαστικό στόρι της. «Μπορεί μερικές πλευρές της να ήταν καλές, αλλά αυτό δεν λειτούργησε εξισορροπητικά για τα άσχημα που μου συνέβησαν, έτσι, δεν θέλω να τη θυμάμαι. Δεν θες να φοράς ξανά τα παλιά σου ρούχα…»

Και είναι αλήθεια ότι όλα αυτά που άφησε πίσω της με τόλμη και γενναιότητα στο τέλος της δεκαετίας του ’70 και ήθελε να ξεχάσει για πάντα επανέρχονται κάθε φορά που δίνει συνέντευξη και τη στοιχειώνουν. Το ίδιο γίνεται και σε αυτό το ντοκιμαντέρ των εκατόν δεκαοκτώ λεπτών, που αφιερώνει περισσότερα από εξήντα λεπτά στη σχέση της με τον Άικ Τέρνερ, τον πρώτο της σύζυγο, τον άνθρωπο που την έβαλε στη μουσική, αυτόν που την έκανε διάσημη τραγουδίστρια από κοριτσάκι και στη συνέχεια την παντρεύτηκε, «φυλακίζοντάς» τη σε μια κατάσταση βίας και τρόμου. Η εικοσάχρονη σχέση τους θα την ακολουθεί για πάντα, όσα χρόνια κι αν περάσουν, γιατί είναι μέρος της αμερικανικής κουλτούρας και δεν είναι εύκολο να τη σβήσεις από την Ιστορία

Λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ ανακοινώθηκε ότι η Τίνα Τέρνερ είναι υποψήφια για μία θέση στο Rock & Roll Hall of Fame, αυτήν τη φορά για τη σόλο καριέρα της. Το 1991 είχε καταφέρει να μπει σε αυτό χάρη στην καριέρα της δίπλα στον Άικ, ως τραγουδίστρια των Ike & Tina Turner Revue.

Τα λόγια της αποδείχτηκαν προφητικά. Λίγα χρόνια αργότερα έγινε μια γυναίκα-σύμβολο, δημιουργώντας από τις στάχτες της μια ροκ σταρ, mega star, που πούλησε διακόσια εκατομμύρια δίσκους και έπαιξε ζωντανά μπροστά στο μεγαλύτερο κοινό που έπαιξε ποτέ καλλιτέχνις στην ιστορία της ποπ. Για μια μαύρη γυναίκα, το να ξεκινήσει καριέρα στα σαράντα ήταν κάτι αδιανόητο.

Κόρη μιας πολύ φτωχής οικογένειας εργατών σε βαμβακοφυτείες, που γεννήθηκε στο Nάτμπους του Τενεσί και έζησε μια στερημένη παιδική ηλικία σχεδόν σε όλες τις νοτιοανατολικές Πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών, άρχισε να τραγουδάει συμμετέχοντας στις γκόσπελ χορωδίες των τοπικών εκκλησιών. Η μάνα της την εγκατέλειψε όταν ήταν πολύ μικρή και σύντομα έφυγε από το σπίτι και ο πατέρας της, έτσι έμεινε μόνη της, στο έλεος των συγγενών της. «Δεν έλαβα ποτέ αγάπη στη ζωή μου, ούτε καν από τον πατέρα μου και τη μάνα μου ως παιδί, απλώς επιβίωσα» λέει σε μια συγκλονιστική στιγμή της ταινίας. «Ούτε ένας δεν με αγάπησε».

Με θράσος και επιμονή κατάφερε να ακολουθήσει το συγκρότημα Kings of Rhythm του Άικ Τέρνερ το 1958 και να γίνει η τραγουδίστριά τους. Στην αρχή η σχέση του Άικ με τη δεκαεπτάχρονη «Little Ann» ήταν πολύ τρυφερή, σχεδόν αδελφική. Στη συνέχεια τη βάφτισε «Τίνα Τέρνερ», την παντρεύτηκε και το 1960 το σχήμα μετονομάστηκε σε Ike & Tina Turner Revue. Μαζί έκαναν μεγάλη επιτυχία και μια σειρά από σημαντικά hits, όπως τα «A fool in love», «River Deep Μountain Ηigh» (1966), «Proud Mary» (1971) κα το «Nutbush city limits» (1973), ένα τραγούδι που έγραψε η ίδια. Δεν τον αγάπησε ποτέ. Μεγαλωμένη ως βαπτίστρια, ασπάστηκε τον βουδισμό το 1971, χάρη στον ψαλμό «Nam Myoho Renge Kyo», ο οποίος, όπως αναφέρει, τη βοήθησε να ξεπεράσει τις δύσκολες στιγμές.
Το ντοκιμαντέρ εστιάζει στη σχέση της με τον Άικ, που τη διαμόρφωσε καλλιτεχνικά, ανοίγοντας, ταυτόχρονα, και πολλές πληγές, αλλά και στα χρόνια που ακολούθησαν τη στιγμή της χειραφέτησης, το 1976, όταν αποφάσισε να τον εγκαταλείψει μισοκοιμισμένο στη μέση της περιοδείας, στο Dallas Statler Hilton Hotel, με κάθε κόστος. Της είχε επιτεθεί για άλλη μια φορά για ασήμαντη αφορμή (επειδή δεν πήρε μια σοκολάτα που της έδωσε!), χτυπώντας τη βάναυσα.

Η «δραπέτευσή» της, νύχτα, μέσα από έρημους και επικίνδυνους δρόμους, ήταν η αφορμή για να ξεκινήσει ένα εξουθενωτικό ταξίδι με ήττες, απίστευτες δυσκολίες, αλλά και επανεφεύρεση του εαυτού της, κάτι που ήταν οδυνηρό, αλλά οδήγησε σε ένα απίστευτο restart. «Ξημέρωνε μια σημαδιακή μέρα», λέει στο ντοκιμαντέρ, «ήταν 4η Ιουλίου όταν κέρδισα την ελευθερία μου. Και δεν πήρα τίποτα από το διαζύγιο, ούτε σπίτι, ούτε λεφτά, ούτε αυτοκίνητο, ο Άικ κράτησε και όλα τα δικαιώματα από τα τραγούδια. Ήθελε να του ανήκω, αλλά του είπα “δεν σου ανήκω. Αν θέλεις όσα κέρδισα με τη δουλειά μου, πάρ’ τα, με αντάλλαγμα την ηρεμία του μυαλού μου”. Το μόνο που ζήτησα από τον δικαστή ήταν κάτι που ήθελα, κι αυτό ήταν το όνομά μου – Τίνα»

Και το πήρε. Ήταν το μόνο που της έμεινε απ’ όλα αυτά τα χρόνια με τον Άικ. Μαζί με τέσσερα παιδιά. Τα δύο ήταν του Άικ από την πρώτη του σύζυγο, τα οποία πήρε μαζί της, παρότι δεν είχε καμία βοήθεια. «Όταν χωρίσαμε, είχα όλους τους λογαριασμούς και τα χρέη δικά μου, αλλά καθόλου λεφτά, έπρεπε να στηρίξω μόνη μου τον εαυτό μου και τα παιδιά, ενώ ο Άικ δεν έδινε μία» λέει. Έτσι, έπρεπε να εμφανίζεται σε φαστφουντάδικα και σε καζίνο για να τα βγάλει πέρα. Άρχισε να κλείνει εμφανίσεις σε τηλεοπτικά σόου, σε όσο πιο πολλά μπορούσε, γιατί ήταν το μοναδικό της εισόδημα. Στα σαράντα της άρχισε να χτίζει μια καριέρα από την αρχή.

To 1984 ξεκίνησε μια πορεία προς την επιτυχία, που κράτησε μέχρι και το 2009, οπότε έκανε την τελευταία θριαμβευτική περιοδεία της και πήρε άλλη μια γενναία απόφαση, να αποσυρθεί, κάτι που ελάχιστοι mega stars τολμούν. «Το άλμπουμ “My private dancer”, όχι, δεν το θεωρώ επιστροφή. Η Τίνα δεν ήταν ποτέ εδώ» λέει στο ντοκιμαντέρ μιλώντας για την αναγέννησή της. «Ήταν το ντεμπούτο της Τίνα, η πρώτη φορά, κι αυτό ήταν το πρώτο μου άλμπουμ».
Η Τίνα Τέρνερ είναι μια γυναίκα που μεγάλωσε σε μια εποχή που η βία και η κακοποίηση δεν είχαν όνομα. Πολύ ταπεινής καταγωγής, με ελάχιστες προοπτικές και καταπιεσμένη κοινωνικά, βρήκε στο πρόσωπο του Άικ τον σωτήρα της, ο οποίος δεν την έβγαλε απλώς από τη φτώχεια και τη μιζέρια αλλά τη βοήθησε να λάμψει και να δείξει την αξία της. Για πολλά χρόνια έμεινε εγκλωβισμένη σε μια κατάσταση εξάρτησης και τρόμου, απομονωμένη και χωρίς φίλους. Μέχρι που δεν πήγαινε άλλο.

«Η γενιά μας είναι η γενιά που άρχισε να σπάει τη σιωπή», λέει η Όπρα Γουίνφρεϊ στο ντοκιμαντέρ, «και μίλησε για τη σεξουαλική βία, τη σωματική βία, τη βία στο σπίτι». Η Τίνα Τέρνερ έκανε κάτι θαρραλέο, που δεν ήταν εύκολο για μια μαύρη γυναίκα το 1976. Λίγο πριν, σε ένα live της, είχε προλογίσει ένα κομμάτι, μιλώντας στις γυναίκες που ήταν παρούσες για τον σεβασμό, αυτό που απαιτούσε, αλλά δεν είχε ποτέ από τον τότε σύζυγό της:

«Τώρα θα σας μιλήσω για τον σεβασμό, γιατί όλοι σεβασμό θέλουμε και δεν τον έχουμε πάντα, ειδικά εμείς οι γυναίκες» είχε πει. «Επειδή οι άντρες με κάποιον τρόπο παίρνουν πάντα αυτό που θέλουν, κάνουν αυτό που θέλουν, όποτε το θέλουν, και μάλιστα με όποιον θέλουν. Τώρα θέλουμε κι εμείς, οι γυναίκες, να βγούμε στον δρόμο και να πάρουμε ό,τι καλό υπάρχει».

Τα λόγια της αποδείχτηκαν προφητικά. Λίγα χρόνια αργότερα έγινε μια γυναίκα-σύμβολο, δημιουργώντας από τις στάχτες της μια ροκ σταρ, mega star, που πούλησε διακόσια εκατομμύρια δίσκους και έπαιξε ζωντανά μπροστά στο μεγαλύτερο κοινό που έπαιξε ποτέ καλλιτέχνις στην ιστορία της ποπ. Για μια μαύρη γυναίκα, το να ξεκινήσει καριέρα στα σαράντα ήταν κάτι αδιανόητο.
Παρ’ όλα τα ελαττώματα και τις ελλείψεις, το φιλμ είναι γεμάτο μουσική και σκηνές από lives της Τίνα, απ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας της, κι αυτό το κάνει πολύ ενδιαφέρον. Ο τρόπος που κινείται στη σκηνή και η πληροφορία ότι ήταν πάντα η μόνη υπεύθυνη για την εικόνα της είναι ένα μάθημα για τη νεότερη γενιά μουσικών αλλά και για τους σύγχρονούς της – ο τίτλος στο θέμα του «People», που τη φιλοξένησε το ’81 για την πρώτη της συνέντευξη μετά τον χωρισμό της από τον Άικ, ήταν: «Η Τίνα Τέρνερ, η γυναίκα που έμαθε τον Μικ Τζάγκερ να χορεύει, είναι ξανά στα πράγματα». Η Τίνα ήταν πρότυπο για λευκούς σταρ, όπως ο Μικ Τζάγκερ και ο Ροντ Στιούαρτ.

Η ζωή της και οι κακές στιγμές με τον Άικ είναι ένα στόρι που το αφηγήθηκε για να το ξεχάσει και να προχωρήσει στη ζωή της, ωστόσο της το υπενθύμιζαν πάντα, σε κάθε της συνέντευξη, είτε μιλούσε για το νέο άλμπουμ της, είτε για την αυτοβιογραφία της, είτε για την ταινία που γυρίστηκε για τη ζωή της το 1993.

«Αν δεν αναφερθείς στις πληγές του παρελθόντος, δεν σταματάνε ποτέ να αιμορραγούν» λέει. «Έζησα δεκαέξι χρόνια με έναν άντρα με τον οποίο ήξερα ότι δεν θα ήμουν ποτέ ευτυχισμένη, αλλά αισθανόμουν ότι έπρεπε να μείνω μαζί του. Ο πρώην σύζυγός μου ήταν ένας πολύ βίαιος άντρας, πέρασα βασανιστήρια, ζούσα μια ζωή που θύμιζε θάνατο. Δεν υπήρχα. Αλλά επιβίωσα, και όταν έφυγα, έφυγα για τα καλά. Και δεν κοίταξα πίσω».

Γενικά, όσο και να προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί από τις δύσκολες στιγμές της ζωής της, πάντα υπήρχε μια αφορμή που τις επανέφερε. Το 1985 της είχε προταθεί ο πρωταγωνιστικός ρόλος για το Color Purple και είχε σχεδόν συμφωνήσει να παίξει τον ρόλο της Shung Avery, μιας μουσικού από τον Νότο, της οποίας η ζωή είχε πολλά κοινά στοιχεία με τη δική της. Στο τέλος, προτίμησε να παίξει στο Mad Max. «Αρνήθηκα τον ρόλο επειδή ο ρόλος ήταν σχεδόν εγώ» είχε πει στην εκπομπή του Λάρι Κινγκ. «Και ήταν πολύ νωρίς να θυμηθώ όσα πέρασα».
Ντυμένη με ένα σοβαρό μαύρο ταγέρ, στην έπαυλή της στην Ελβετία (και με ελβετική υπηκοότητα, αφού έχει απαρνηθεί την αμερικανική από το 2013), παντρεμένη με τον πρώτο άντρα που αγάπησε, στα εξήντα της, τον Erwin Bach, στέλεχος της μουσικής βιομηχανίας που της άλλαξε τη ζωή, μιλάει για τον Άικ αποστασιοποιημένη, αλλά με την πίκρα που δεν έχουν καταφέρει να σβήσουν εντελώς τα χρόνια.

Η Τίνα του σήμερα, που παρουσιάζεται στο ξεκίνημα του ντοκιμαντέρ, είναι μια Τίνα καταβεβλημένη από την αρρώστια και τη μεγάλη ηλικία, αλλά περήφανη και χορτασμένη από πλούτη και δόξα, ώριμη και σοφή, μακριά από την εικόνα που την είχε χαρακτηρίσει ως σταρ. Ντυμένη με ένα σοβαρό μαύρο ταγέρ, στην έπαυλή της στην Ελβετία (και με ελβετική υπηκοότητα, αφού έχει απαρνηθεί την αμερικανική από το 2013), παντρεμένη με τον πρώτο άντρα που αγάπησε, στα εξήντα της, τον Erwin Bach, στέλεχος της μουσικής βιομηχανίας που της άλλαξε τη ζωή, μιλάει για τον Άικ αποστασιοποιημένη, αλλά με την πίκρα που δεν έχουν καταφέρει να σβήσουν εντελώς τα χρόνια. Στο δεύτερο μισό η ταινία την ακολουθεί από το 1984 και το «What’s love got to do with it» στην πορεία προς τον θρίαμβο, με πολλά κενά και ελάχιστες λεπτομέρειες.

Η ιστορία της Τίνα δεν χρειάζεται και πολλά για να σε παρασύρει. Το Tina είναι ένα ντοκιμαντέρ με συγκινητικές στιγμές, που φωτίζει πολλά σημεία της ζωής της, αλλά δεν παρουσιάζει τίποτα καινούργιο ή άγνωστο. Ας πούμε ότι είναι ένα σύντομο αφιέρωμα σε μια γυναίκα που πάλεψε ενάντια στην πατριαρχία και νίκησε, καταφέρνοντας να αλλάξει την άποψη των ανθρώπων της μουσικής βιομηχανίας για τις «ξοφλημένες» σταρ.

Για την ιστορία, η Τίνα Τέρνερ έχει κερδίσει δώδεκα βραβεία Grammy, τρία βραβεία Grammy Hall of Fame και ένα βραβείο Grammy Lifetime Achievement. Είναι η μόνη καλλιτέχνις που έχει λάβει συνεχόμενες υποψηφιότητες στα βραβεία Grammy στις κατηγορίες ποπ, ρoκ και R&B. Το 1993, τα World Music Awards αναγνώρισαν τα χρόνια και την προσφορά της στη μουσική βιομηχανία και της απένειμαν το Legend Award. Στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι η πρώτη καλλιτέχνις με επιτυχίες στο Τop 40 επί έξι συνεχόμενες δεκαετίες. Για μια γυναίκα-θρύλο, όπως αυτή, ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή της θα έπρεπε να περιέχει περισσότερους προσωπικούς της θριάμβους

Το 1997 η Τίνα Τέρνερ εμφανίζεται στην εκπομπή του Λάρι Κινγκ στο CNN. Κάποια στιγμή αυτός τη ρωτάει αν γνωρίζει ότι αποτελεί «feminist icon» και εκείνη ξαφνιάζεται ελαφρώς. «Το αντιλαμβάνομαι σιγά-σιγά», του απαντά, «όσο περνάει ο καιρός όλο και περισσότερο».

Η Τίνα Τέρνερ κακοποιήθηκε όσο καμία άλλη. Έφαγε τα χειρότερα μπουκέτα από τον Άικο (πρώην σύζυγος-τεφαρίκι). Μάτωνε. Πρηζόταν. Κάλυπτε με τόνους μέικ-απ. Ανέβαινε στη σκηνή. Τραγουδούσε, χόρευε, πετούσε. Και μετά πάλι σερνόταν στο έδαφος και το ξύλο έπεφτε βροχή. Μάτωνε. Πρηζόταν. Κάλυπτε με τόνους μέικ-απ. Ανέβαινε στη σκηνή. Τραγουδούσε. Χόρευε. Πετούσε. Για όλα αυτά έχουν γραφτεί βιβλία, έχουν γυριστεί ταινίες, ντοκιμαντέρ. Τα εξιστορούν όλα με ακρίβεια.
Η Τίνα Τέρνερ στις ταινίες
Οι εμφανίσεις της σε ντοκιμαντέρ:

The Big T.N.T. Show (1966, στη συνέχεια του T.A.M.I. Show), It’s Your Thing (1970, στο ντοκιμαντέρ για τους Isley Brothers με την εμφάνισή τους στο Yankee Stadium), Gimme Shelter (1970, στο ντοκιμαντέρ για την αμερικάνικη περιοδεία των Rolling Stones το 1969), Soul to Soul (1971, στο ντοκιμαντέρ για τη συναυλία για την Ημέρα Ανεξαρτησίας στην Γκάνα), Taking Off (1971), Good Vibrations από το Central Park (1971), Ann-Margret Olsson (1975), Poiret est à vous (1975), Chuck Berry: Live at the Roxy with Tina Turner (1982), Tina Turner: Girl From Nutbush (1993), Ike & Tina on the Road: 1971–72 (2012) και Tina (2021)

Οι συμμετοχές της σε ταινίες:

Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band, Our Guests at Heartland (1978), Tommy The Acid Queen (1978), στο Mad Max Beyond Thunderdome ως Aunty Entity (1985), What’s Love Got to Do With It, είναι η φωνή στα τραγούδια που λέει η Angela Bassett (1993), στο Last Action Hero ως The Mayor (1995).
Δείτε βίντεο απόσπασμα συναυλίας

https://www.youtube.com/watch?v=de5Xauv99QM