Συνεχίζουμε να ζούμε στον αστερισμό της πανδημίας του νέου κορονοϊού, ο οποίος μάς δείχνει με κάθε τρόπο ότι δεν θα είναι μόνο ένας «κομήτης» που… ήλθε, είδε (προκαλώντας θάνατο και χάος) και θα απέλθει. Και μαζί συνεχίζουμε να ζούμε μέσα στην αγωνία για το τι μπορεί να μας φέρει ένας ακόμα πανδημικός χειμώνας – αγωνία για το τι μέλλει γενέσθαι στα σχολεία αλλά και στα νοσοκομεία, όπου οι αριθμοί διασωληνωμένων με COVID-19 συνεχώς αυξάνονται και αρκετοί εξ αυτών δεν τα καταφέρνουν (δυστυχώς ο ημερήσιος αριθμός των θανάτων έχει πάρει και πάλι την, άκρως ανησυχητική, ανιούσα).

Υπάρχει βέβαια ένα σημαντικό αντίβαρο πλέον σε όλα αυτά που μας κάνουν να αγωνιούμε. Τα εμβόλια που, όπως δείχνουν όλα τα στοιχεία, αποτελούν «ασπίδα» ενάντια στη σοβαρή νόσηση με COVID-19 και στον θάνατο εξαιτίας της. Και όμως, ένα αξιοσέβαστο ποσοστό του πληθυσμού (περί τους τέσσερις στους δέκα ενηλίκους στην Ελλάδα) συνεχίζει να ανθίσταται ή να διστάζει απέναντι στο σωτήριο, κατά τους ειδικούς, «τσίμπημα ζωής». Μέσα σε όλα αυτά το «σαρωτικό» στέλεχος Δέλτα, ο μεγάλος κυρίαρχος αυτή τη στιγμή του «παιχνιδιού ζωής και θανάτου» για κάποιους ανθρώπους, έρχεται να προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερη αγωνία σχετικά με την πορεία της πανδημίας αλλά και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.

Δεδομένα από τον πραγματικό κόσμο

Οι σκέψεις πολλές. Τα εμβόλια συνεχίζουν να είναι αποτελεσματικά ενάντια σε αυτό το στέλεχος που αρκετοί ειδήμονες αναφέρουν ότι με τη μεταδοτικότητα που το διακρίνει συμπεριφέρεται ως ένας εντελώς νέος ιός; Μπορούν ακόμη να μας σώσουν από το να ασθενήσουμε βαριά; Ποιο εμβόλιο από όλα αποδεικνύεται πιο αποτελεσματικό; Απαντήσεις, και μάλιστα από τις εγκυρότερες δυνατές, δίνουν δύο νέες μελέτες που διεξήχθησαν σε πραγματικές συνθήκες από ειδικούς του Δικτύου VISION των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC). To Δίκτυο VISION περιλαμβάνει επτά οργανισμούς που αναλύουν δεδομένα από τα αμερικανικά συστήματα υγείας και περίθαλψης με στόχο να αποκτηθεί όσο περισσότερη γνώση γίνεται σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων ενάντια στον νέο κοροναϊό. Οι οργανισμοί αυτοί είναι το Ινστιτούτο Regenstrief, το Ιατρικό Κέντρο Irving του Πανεπιστημίου Κολούμπια, το HealthPartners, το Intermountain Healthcare, το Kaiser Pemanente Northern California, το Kaiser Permanente Northwest και το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο.

Η πρώτη μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου στην Εβδομαδιαία Εκθεση για τη Νοσηρότητα και τη Θνητότητα των CDC (Morbidity and Mortality Weekly Report) επικεντρώθηκε συγκεκριμένα στην αποτελεσματικότητα των εμβολίων ενάντια στο στέλεχος Δέλτα του SARS-CoV-2. Οι ερευνητές του Δικτύου VISION ανέλυσαν περισσότερες από 32.000 ιατρικές επισκέψεις σε νοσοκομεία εννέα αμερικανικών Πολιτειών, οι οποίες έλαβαν χώρα τον Ιούνιο, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2021, όταν το Δέλτα έγινε το κυρίαρχο στέλεχος στις ΗΠΑ (και όχι μόνο).

Συγκριτικά αποτελέσματα

Η συγκεκριμένη μελέτη όμως ήταν και η πρώτη ενδελεχής ανάλυση του Δικτύου VISION η οποία ανακήρυξε τον (τουλάχιστον μέχρι στιγμής) νικητή μεταξύ των τριών εμβολίων στον πόλεμο με το… πολύ σκληρό για να πεθάνει στέλεχος Δέλτα. Και αυτός ήταν το εμβόλιο της Moderna. Κατά το περασμένο καλοκαίρι, οπότε και διεξήχθη η ανάλυση:

–Το εμβόλιο της Moderna είχε 95% αποτελεσματικότητα στην πρόληψη των νοσηλειών σε άτομα 18 ετών και άνω.

Το εμβόλιο της Pfizer είχε 80% αποτελεσματικότητα στην πρόληψη των νοσηλειών σε άτομα 18 ετών και άνω.

–Το εμβόλιο της Johnson & Johnson είχε 60% αποτελεσματικότητα στην πρόληψη των νοσηλειών σε άτομα 18 ετών και άνω.

Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι από τη μελέτη προέκυψε πως η αποτελεσματικότητα των εμβολίων ήταν χαμηλότερη ενάντια στο στέλεχος Δέλτα στα άτομα 75 ετών και άνω – κάτι που δεν είχε φανεί από προηγούμενες μελέτες. Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό μπορεί να οφείλεται σε πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του μεγάλου χρονικού διαστήματος που έχει παρέλθει από τον εμβολιασμό των ηλικιωμένων ατόμων, τα οποία, ως γνωστόν, είχαν προτεραιοποιηθεί για εμβολιασμό και στην πλειονότητά τους έχουν συμπληρώσει πάνω από έξι μήνες από τη στιγμή του εμβολιασμού τους, με αποτέλεσμα να έχει πιθανότατα εξασθενήσει η ανοσία τους.

Σχετικά με την πρόληψη επίσκεψης σε ΤΕΠ εξαιτίας της COVID-19, η μελέτη έδειξε ότι:

–Το εμβόλιο της Moderna ήταν 92% αποτελεσματικό.

–Το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech ήταν 77% αποτελεσματικό.

–Το εμβόλιο της Johnson & Johnson ήταν 65% αποτελεσματικό.

Ο καθηγητής Γκράνις υπογράμμισε ότι απαιτείται περαιτέρω παρακολούθηση και αξιολόγηση της κατάστασης σε βάθος χρόνου, προκειμένου να προσδιοριστεί αν τα ποσοστά αποτελεσματικότητας που εξήχθησαν από τη μελέτη συνεχίζουν να ισχύουν. «Πάντως και τα τρία εμβόλια βοηθούν στην πρόληψη της σοβαρής νόσησης από τον SARS-CoV-2. Παρά τις διαφορές στην αποτελεσματικότητα που προέκυψαν, η προστασία που παρέχουν είναι πολύ μεγαλύτερη από το να μείνει κάποιος ανεμβολίαστος. Και ενώ πράγματι εμφανίζονται κρούσματα σε εμβολιασμένους (breakthrough infections), τα στοιχεία δείχνουν ότι τα συμπτώματα που εμφανίζουν τα εμβολιασμένα άτομα με COVID-19 είναι πιο ήπια. Η συντριπτική πλειονότητα των νοσηλειών και των θανάτων εξαιτίας COVID-19 συνεχίζει να αφορά ανεμβολίαστα άτομα. Τα εμβόλια είναι ισχυρά εργαλεία για να ελέγξουμε την πανδημία».