Χρίστηκε διαπλανητικό αστέρι από τη μια μέρα στην άλλη, όταν το Coda πήρε το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Η επιτυχία του CODA οφείλεται εν πολλοίς στην ερμηνεία της Εμίλια Τζόουνς. Ως Ρούμπι Ρόσι, είναι το μοναδικό μέλος μιας οικογένειας κωφαλάλων που ακούει, μιλάει και ονειρεύεται να κάνει σπουδές και καριέρα στο τραγούδι. Τι γνωρίζουμε όμως για την 20χρονη Βρετανίδα ηθοποιό;

Παιδί θαύμα. Κόρη του Ουαλού τραγουδιστή, ραδιοφωνικού παραγωγού και ανθρώπου της τηλεόρασης Άλεντ Τζοόυνς, η Εμίλια κληρονόμησε την άνεση του μπαμπά της μπροστά στην κάμερα. Δεν έχει «κανονικές» σπουδές στην υποκριτική, αν εξαιρέσουμε το ότι ως παιδούλα συμμετείχε σε τάξεις θεατρικού παιχνιδιού και αυτοσχεδιασμού. Εκεί την εντόπισε ένας ατζέντης και πρότεινε στους γονείς της να περάσει από οντισιόν για την ταινία One Day. Στα 8 της χρόνια έπαιρνε τον πρώτο της ρόλο ως Τζασμίν, στο πλευρό της Αν Χάθαγουεϊ. 

Ήταν να μη γίνει η αρχή. Ακολούθησαν ρόλοι στους «Πειρατές της Καραϊβικής: Σε άγνωστα νερά», σε επεισόδια των σειρών «Doctor Who» και «Utopia» αλλά και στο θέατρο.

Η συμμετοχή στην Coda ήταν μια μεγάλη πρόκληση για την Τζόουνς, καθώς δεν γνώριζε ούτε τη νοηματική γλώσσα ούτε τους κώδικες του τραγουδιού και του ψαρέματος (με βάση το σενάριο οι Ρόσι είναι οικογένεια ψαράδων). Όταν πήρε τον ρόλο, έπεσε με τα μούτρα στη μελέτη. Καταρχάς έμαθε να ψαρεύει. Έμπαινε σε τράτες μαζί με κανονικούς ψαράδες στις 3 το πρωί και έβγαινε στη στεριά το πρωί. «Βρωμοκοπούσα εντόσθια ψαριών» θα πει γελώντας. Επί εννέα μήνες έκανε μαθήματα τραγουδιού και νοηματικής, εντρυφώντας όχι μόνο στη γλώσσα αλλά και στην κουλτούρα των κωφών. «Δεν ήθελα να μάθω απλώς τις ατάκες μου. Ήθελα να μπορώ να επικοινωνώ με τους συμπρωταγωνιστές μου» δήλωσε σε συνέντευξή της. Την ίδια στιγμή δούλευε 75 ώρες την εβδομάδα στα γρίσματα της σειράς «Locke & Key» για το Netflix, όπου υποδύεται την Κίνσεϊ Λοκ. Στο σινεμά θα τη δούμε ως Μάργκο στην ταινία Cat Person. Η Μάργκο είναι μια φοιτήτρια που ερωτεύεται έναν μεγαλύτερο άνδρα.

Μπορεί να μην είναι επαγγελματίας μουσικός, όμως ψιλογρατζουνάει την κιθάρα της και ακούει «επαγγελματικά» μουσική soul. Θεωρεί πως η ιεροτελεστική ακρόαση μουσικής είναι ουσιώδες μέρος της υποκριτικής διαδικασίας. Αγαπημένοι της καλλιτέχνες είναι οι θρύλοι Μάρβιν Γκέι και Ότις Ρέντινγκ. 

Ως πρότυπό της στην ηθοποιία αναφέρει τη Βαϊόλα Ντέϊβις. «Οι ερμηνείες της είναι πάντα εμπνευσμένες και κάθε της δουλειά είναι εντελώς διαφορετική. Αυτό ψάχνω κι εγώ» αιτιολογεί την προτίμηση της. 

Το ίρτζι της, που λέει και ο Βέγγος, είναι να χορεύει κάθε φορά που ολοκληρώνει μια δουλειά. Είναι ο τρόπος της να ξεαγχώνεται, να πανηγυρίζει για το τέλος ενός πρότζεκτ και να ετοιμάζεται με αισιοδοξία και χαρά για το επόμενο.