Το 2022 εξελίχθηκε σε μία εξαιρετική χρονιά για τον κλάδο της ελληνικής παραγωγής αλκοολούχων ποτών και αποσταγμάτων, καταγράφοντας σημαντικές αυξήσεις (σε επίπεδο όγκου) τόσο στην παραγωγή +12,5% και στην κατανάλωση +24,2% αλλά και στις εξαγωγές +5,2% που έχουν μια συνεχή ανοδική πορεία, επιβεβαιώνοντας την εξαιρετική ποιότητα των Ελληνικών αλκοολούχων ποτών και αποσταγμάτων.

Αυτό αναφέρει ανακοίνωση του Συνδέσμου των Αποσταγματοποιών και Ποτοποιών (ΣΕΑΟΠ), που αναφέρει ότι σε γενικές γραμμές, η ελληνική ποτοποιία έχει δείξει αξιοθαύμαστη αντοχή μέσα στις δυσμενείς συνθήκες που επικράτησαν από το 2010 (λόγω της αύξησης των φορολογικών συντελεστών κατά +130%) μέχρι σήμερα. Ειδικά τα στοιχεία του 2019 κατέγραψαν μια σαφή ανοδική πορεία σε όλους τους τομείς και ιδίως στις εξαγωγές. Το 2020 ακόμη και στις απρόοπτες δυσμενείς συνθήκες (λόγω της πανδημίας), έδειξε για μια ακόμη φορά τη μεγάλη αντοχή του κλάδου της παραγωγής, με βασικό κινητήριο μοχλό τις εξαγωγές.

Το 2021, με την ανάκαμψη στην οικονομία και τη μερική επαναφορά της δραστηριότητας στην εστίαση και τον τουρισμό, ο κλάδος αρχίζει σταδιακά να ανακάμπτει στα προCovid επίπεδα, με μικρή αύξηση της παραγωγής σε σύγκριση με το 2020 (+1%), σημαντική ενίσχυση της κατανάλωσης των ελληνικών ποτών στο εσωτερικό της χώρας, ενώ παρατηρείται μικρή μείωση των εξαγωγών-αποστολών (-4,0%).

Βεβαίως, όπως αναφέρεται, υπάρχουν πολλές δυνατότητες για περαιτέρω ανάπτυξη και παραγωγή μεγαλύτερου εύρους προϊόντων, καθώς και νέων προϊόντων, με στόχο την αύξηση του μεριδίου της κατανάλωσης των παραγομένων στη χώρα αλκοολούχων ποτών, η οποία σήμερα κυριαρχείται από αλκοολούχα ποτά προέλευσης εξωτερικού. Ωστόσο, εν μέσω υψηλού πληθωρισμού, αύξησης του κόστους παραγωγής και αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων, οι προοπτικές για το 2023 είναι πολύ λιγότερο αισιόδοξες.

Στο πλαίσιο αυτό ο Πρόεδρος του ΣΕΑΟΠ κ. Μαυράκης δήλωσε «Αισθανόμαστε ενθουσιασμένοι και περήφανοι που το 2022 αποτέλεσε μία χρονιά-ορόσημο στη μακρά ιστορία του κλάδου. Ελπίζουμε ότι η πολύ καλή πορεία του 2022 θα συνεχιστεί και το 2023, υπάρχουν πολλές δυνατότητες για περαιτέρω ανάπτυξή του και παραγωγή μεγαλύτερου εύρους προϊόντων, αν και εν μέσω υψηλού πληθωρισμού, αύξησης του κόστους παραγωγής και των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων, οι προοπτικές για το 2023 και ειδικότερα για το 2024 είναι πολύ λιγότερο αισιόδοξες »

Στον κλάδο της παραγωγής αλκοολούχων ποτών δραστηριοποιείται σημαντικός αριθμός επιχειρήσεων που παρέχουν προϊόντα με καθιερωμένα εμπορικά σήματα και υψηλή αναγνωρισιμότητα. Στην πλειοψηφία τους οι παραγωγικές μονάδες του κλάδου είναι επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους, κυρίως οικογενειακούχαρακτήρα και τοπικής εμβέλειας.

Συνολικά στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται αυτή τη στιγμή περίπου 350 επιχειρήσεις (ποτοποιίες & αποσταγματοποιίες), που είναι διεσπαρμένες σε όλη τη χώρα. (250 ποτοποιίες και άλλες 90 περίπου αποκλειστικά αποσταγματοποιίες).
Η παραγωγή

Στο μεταξύ, η παραγωγή εμφανίζει σταθερά, ανοδική πορεία, καταφέρνοντας να έχει μικρές απώλειες (ακόμα και το 2020) σε μια περίοδο που η εγχώρια ζήτηση υποχώρησε δραστικά, λόγω της στροφής που επέδειξαν οι επιχειρήσεις του κλάδου προς τις εξαγωγές. Ειδικά το 2022, η εγχώρια παραγωγή αποσταγμάτων και άλλων αλκοολούχων ποτών παρουσίασε αύξηση +12,5% σε σύγκριση με το 2021 και διαμορφώθηκε στα 21,2 εκ. λίτρα αλκοόλης (+2,3 εκ. λίτρα αλκοόλης)

Στο συνολικό διάστημα της 10ετίας (2013-2022) η συνολική παραγωγή των αλκοολούχων ποτών παρουσιάζει σημαντική αύξηση 26,3% (+4,4 εκ. λίτρα αλκοόλης)


Τα προϊόντα

Από τα στοιχεία, μάλιστα, προκύπτει:

ότι το ούζο παραμένει διαχρονικά το ηγεμονικό ποτό της ελληνικής παραγωγής, κατέχοντας το μερίδιο του 63,5%. Το ούζο παρουσιάζει σημαντική αύξηση σε σχέση με το 2021 (+14,2%) ενώ στη 10ετία η αύξηση αυτή είναι 21,24%. Κινητήριο μοχλό αποτελούν οι εξαγωγές του.
το τσίπουρο/τσικουδιά (αν και κατέχουν μικρό μερίδιο 8,8% της παραγωγής) εξελίσσονται με σταθερά ανοδική πορεία . Παρουσίασαν σημαντική αύξηση σε σχέση με το 2021 (+8%) ενώ στη 10ετία η αύξηση αυτή είναι 90,8% . Όλο και περισσότεροι παραγωγοί (151) στρέφονται στην παραγωγή/τυποποίησή τους καθώς το θεσμικό πλαίσιο φαίνεται να ξεκαθαρίζει. Κινητήριο μοχλό αποτελεί η εγχώρια διάθεσή του.
τα λικέρ, αν και αποτελούν ένα μικρό μερίδιο της παραγωγής 4,4%, καταγράφουν σταθερή αυξητική πορεία. Παρουσίασαν σημαντική αύξηση σε σχέση με το 2021 (+18,6%) ενώ στη 10ετία η αύξηση αυτή είναι 160,2%. Τα ελληνικά βότανα, τα φρούτα τα άνθη δίνουν την ιδέα, ο ενθουσιασμός των ποτοποιών, η αγάπη τους για την παράδοση μέσα από συνεχείς πειραματισμούς καθώς και οι νέες καλαίσθητες συσκευασίες αποτελούν την κινητήριο δύναμη των ελληνικών λικέρ.
Πέραν των ούζου, τσίπουρου/τσικουδιάς και λικέρ παράγουν μια σημαντική ποικιλία άλλων αλκοολούχων ποτών κατέχοντας το μερίδιο του 23,3% της παραγωγής, όπως βότκα, gin, ρούμι, απόσταγμα σταφυλής, ρακόμελο, κυρίως όμως αφορούν τα ποτά «τύπου brandy» (κατά >80%) που παράγονται από την πλειοψηφία των ποτοποιών (124).

Ως γνωστόν η πανδημία αποτέλεσε μια νέα δοκιμασία για τον κλάδο, επηρεάζοντας την κατανάλωση, ιδιαίτερα την επιτόπια (on-trade), λόγω των αναγκαστικών lockdowns στην εστίαση αλλά και του περιορισμού των τουριστικών ροών, δημιουργώντας ασύμμετρες επιπτώσεις στον κλάδο σε σύγκριση με την υπόλοιπη οικονομία. Η μικρή ενίσχυση της κατ’ οίκο κατανάλωσης δεν αντιστάθμισε τις απώλειες από την εστίαση και τον τουρισμό με αποτέλεσμα η συνολική (εγχωρίων & εισαγομένων) κατανάλωση των αλκοολούχων ποτών το 2020 να μειωθεί κατά 27,4% (στα 10,22 εκ. λίτρα αλκοόλης) έναντι του 2019.

Η ανάκαμψη του 2021 στην οικονομία αλλά και η μερική επαναφορά της δραστηριότητας στην εστίαση και τον τουρισμό, ενίσχυσαν την εσωτερική αγορά και το επίπεδο κατανάλωσης το 2021 έκλεισε αντιπροσωπεύοντας το 90% του επιπέδου του 2019 και το 74% του επιπέδου του 2010.
www.news247.gr