Δυσοίωνες, αν όχι εφιαλτικές, είναι οι προβλέψεις της διεθνούς τράπεζας Goldman Sachs, σύμφωνα με την οποία, οι λογαριασμοί ρεύματος και θέρμανσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων στην Ευρώπη, θα μπορούσαν να εκτιναχτούν κατά 2 τρισεκατομμύρια ευρώ στις αρχές του 2023, εν μέσω ενεργειακής κρίσης. Στο υψηλό τους, οι λογαριασμοί ενέργειας θα αντιστοιχούν περίπου στο 15% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, αναφέρει σε έκθεσή του ο επενδυτικός οίκος. Η Goldman Sachs καλεί άλλωστε για κρατικές παρεμβάσεις.

Η ερευνητική ομάδα της τράπεζας, υπό τους Alberto Gandolfi και Mafalda Pombeiro, ανακοινωσαν τη Κυριακή πως “η προσιτή ενέργεια της Ευρώπης φτάνει πλέον σε σημείο καμπής” και πως η κρίση θα μπορούσε να κορυφωθεί μέχρι το τέλος του έτους.
Η ενεργειακή κρίση έχει βέβαια πλήξει ήδη πολλά ευρωπαϊκά νοικοκυριά, μετά τις διακοπές στη τροφοδοσία φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream, και μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Ρωσία κατηγορεί τη Δύση πως οι κυρώσεις επηρεάζουν τις επισκευές στον αγωγό, και η Δύση αντιστοίχως κατηγορεί τη Μόσχα για εργαλειοποίηση της τροφοδοσίας, βάσει πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Οι λογαριασμοί ενέργειας σε εστιατόρια και καφετέριες έχουν ήδη υπερτριπλασιαστεί φέτος, με τους αναλυτές της Goldman Sachs να προειδοποιούν πως ο χειμώνας που έρχεται θα συνοδευτεί από τις μεγαλύτερες ενεργειακές κρίσεις που έχουν καταγραφεί.

“Η αγορά συνεχίζει να υποτιμά τη διάσταση, το εύρος και τις δομικές επιπτώσεις της κρίσης”, γράφουν οι αναλυτές, τονίζοντας πως “η κρίση αυτή θα είναι πιο βαθιά από την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970”.

Το 2023, το μέσο ευρωπαϊκό νοικοκυριό ίσως κληθεί να ξοδεύει έως και 500 ευρώ μηνιαίως σε λογαριασμούς ενέργειας, σύμφωνα με την Goldman Sachs. Μιλάμε φυσικά για μια υπερτριπλάσια αύξηση σε σχέση με το κόστους του 2021, όταν οι μέσοι λογαριασμοί ενέργειας ανήλθαν στα 160 ευρώ σε επίπεδο ΕΕ.

Σύμφωνα με το παραπάνω σενάριο, οι τιμές θα διαμορφωθούν σε αυτά τα επίπεδα με το ρωσικό φυσικό αέριο προς την Ευρώπη να μειώνονται, αλλά να μη διακόπτονται οριστικά. Ωστόσο, εάν οι ρωσικές ροές προς την Ευρώπη μηδενιστούν εντελώς, οι μηνιαίοι λογαριασμοί ενέργειας θα μπορούσαν να φτάσουν τα 600 ευρώ.

Ο αγωγός Nord Stream που συνδέει τη Ρωσία με την Ευρώπη έχει κλείσει από την περασμένη εβδομάδα. Η ρωσική κρατική εταιρεία φυσικού αερίου Gazprom ανέφερε τεχνικά ζητήματα ως βασική αιτία για το κλείσιμο, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να απαντά πως η ρωσική πλευρά ενεργεί με “ψευδή προσχήματα”. Ο ίδιος ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου άλλωστε, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε τη Δευτέρα πως η επανέναρξη της τροφοδοσίας θα γίνει μόνο αν η Δύση πάρει οριστικά πίσω τις κυρώσεις.

Στην ανάλυσή της, η Goldman Sachs εκτιμά πως τα ανώτατα όρια τιμών ενέργειας που εξετάζει η Κομισιόν, είναι μια “πολύ θετική εξέλιξη” που θα μπορούσε να ευνοήσει μια αποσυμπίεση τους επόμενους μήνες, αλλά σημείωσαν ότι “ακόμη και με ανώτατα όρια τιμών, η κρίση θα είναι σοβαρή”

Οι αναλυτές της Goldman Sachs υπολόγισαν ότι τα ανώτατα όρια τιμών θα εξοικονομούσαν για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά περίπου 650 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως σε λογαριασμούς ενέργειας, ωστόσο οι λογαριασμοί θα είναι και πάλι ανεβασμένοι.
Οι προτάσεις της Goldman Sachs

Η Goldman συνέστησε περαιτέρω κυβερνητικές ενέργειες, προκρίνοντας το μοντέλο “δασμολογικού ελλείμματος” (tariff deficit), όπως αυτό που εφαρμόζεται εδώ και πολλά χρόνια στις αγορές της Ιβηρικής, και όπως υποστηρίζεται τώρα από την Ενεργειακή Ένωση του Ηνωμένου Βασιλείου. Μερικές χώρες έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν τέτοιες διαρθρωτικές παρεμβάσεις, όπως το ισπανικό πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, η παρέμβαση της Γαλλίας και της Αυστρίας στις τιμές/δασμούς ηλεκτρικής ενέργειας και το πάγωμα των δασμών/δασμολογικό έλλειμμα της Γαλλίας.

Παράλληλα, η Goldman Sachs προτείνει περισσότερες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για να αποφευχθούν οι χειρότερες συνέπειες μιας ενεργειακής κρίσης.

Οι αναλυτές εκτίμησαν ότι οι υψηλότερες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή πηγές ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα – συμπεριλαμβανομένης της υδροηλεκτρικής ενέργειας, της ηλιακής ενέργειας, της αιολικής και ακόμη και της πυρηνικής ενέργειας – θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πτώση 75% στις τιμές των λογαριασμών ενέργειας σε σύγκριση με τα τρέχοντα επίπεδα, καθώς και να διατηρήσουν το μελλοντικό ενεργειακό κόστος πιο σταθερό.

Παρόλα αυτά, σημειώνουν πως οι παραπάνω επενδύσεις δεν μπορούν να συμβούν εν μία νυκτί, λόγω του χρόνου που απαιτείται για την απόκτηση αδειών και την κατασκευή υποδομών.

Οι υπουργοί Ενέργειας της Ευρώπης πρόκειται να συζητήσουν την Παρασκευή τη μορφή προγραμματισμένης έκτακτης παρέμβασης στην αγορά. Μεταξύ των επιλογών που εξετάζονται είναι να εφαρμοστεί ένα ανώτατο όριο τιμών για το εισαγόμενο φυσικό αέριο και διαφορετική τιμολόγηση κατά τη διάρκεια έκτακτης ανάγκης στις περιοχές που πλήττονται περισσότερο από διακοπές εφοδιασμού. Εξετάζεται ακόμη το άνοιγμα πανευρωπαϊκής γραμμής πίστωσης εκτάκτου ανάγκης για τη στήριξη των παραγόντων της αγοράς.

Αναμένεται να τεθεί επί τάπητος και το ζήτημα της αγοράς άνθρακα, ώστε να ανακοπούν οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας. Θα συζητηθεί, επίσης, η κατάσχεση των υπερκερδών από τις ενεργειακές εταιρείες, ώστε να μπορούν οι κυβερνήσεις να τα χρησιμοποιήσουν για την παροχή επιδομάτων και γενικώς για μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Υπέρ της επιβολής φόρου στα υπερκέρδη των ενεργειακών εταιρειών τάχθηκε η Γαλλία, δια στόματος Εμανουέλ Μακρόν.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν κατηγόρησε τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν ότι χρησιμοποιεί την ενέργεια ως “όπλο”, κόβοντας την προσφορά και χειραγωγώντας την αγορά ενέργειας.

Η ίδια σημείωσε ακόμα ότι η πρόταση της Κομισιόν θα έχει στόχο:

*τη μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας

*την επιβολή πλαφόν στις τιμές του ρωσικού φυσικού αερίου

*στήριξη των ευάλωτων καταναλωτών και επιχειρήσεων

*στήριξη των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας

Οι σκανδιναβικές χώρες έσπευσαν μέσα στο Σαββατοκύριακο να προσφέρουν μεγάλη ρευστότητα στις εταιρείες κοινής ωφελείας που αντιμετωπίζουν το υψηλό κόστος της ενέργειας, μιλώντας μάλιστα για κίνδυνο μιας κρίσης τύπου “Lehman Brothers”.